LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "πατροκτόνος"
- πατρο-κτόνος, -ον (κτείνω), δολοφόνος του πατέρα, πατροκτόνος, σε Τραγ.· πατροκτόνον μίασμα, μόλυνση από την πατροκτονία, σε Αισχύλ.· αλλά χείρ πατροκτόνος, φονικό χέρι του πατέρα, σε Ευρ.