LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "παρόν"
- πᾰρόν, μτχ. ουδ. του πάρειμι (εἰμί, Λατ. sum), βλ. αυτ.
- παρ-ονομάζω, μέλ. -σω, αλλάζω ελαφρώς, σε Στράβ.

