Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "παραχρῆμα"

Βρέθηκε 1 λήμμα
παραχρῆμα, επίρρ. αντί παρὰ τὸ χρῆμα, αμέσως, πάραυτα, παρευθύς, σε Ηρόδ., Θουκ. κ.λπ.· με άρθρο, τὸ παραχρῆμα, σε Ηρόδ., Αττ.· ἐκ ή ἀπὸ τοῦ παράχρημα, αυτοσχέδιος, πρόχειρος, άμεσος, σε Ξεν.· ἐν τῷ παραχρῆμα, σε Πλάτ. κ.λπ.· ἐς τὸ παραχρῆμα ἀκούειν, σε Θουκ.