LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "παραμύθιον"
- παραμύθιον[ῡ], τό, 1. παραίνεση, προτρεπτικός λόγος, σε Πλάτ. 2. κατευνασμός, παρηγορία, καμάτων, σε Σοφ.· πυρσῶν, για τις φλόγες της αγάπης, σε Θεόκρ.· ἐλπὶςκινδύνῳ παραμύθιον οὖσα, σε Θουκ.