Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "παράσιτος"

Βρέθηκε 1 λήμμα
παρά-σῑτος, , κάποιος που τρώει στο τραπέζι άλλου, που ζει με έξοδα άλλου, παράσιτος, κόλακας, σε Κωμ., σε Λουκ.