LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "πέρυσι"
- πέρῠσι ή πριν από φωνήεν -σιν, επίρρ., ένα χρόνο πριν, τον προηγούμενο χρόνο, σε Αριστοφ. κ.λπ.· ἡ πέρυσι κωμῳδία, η περσινή κωμωδία μας, στον ίδ.· νῦν τε καὶ πέρυσι, σε Ξεν.
- περῠσῐνός, -ή, -όν, αυτός που ανήκει στον προηγούμενο χρόνο, ο περσινός, σε Αριστοφ. κ.λπ.

