Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "πέρυσι"

Βρέθηκαν 2 λήμματα [1 - 2]
πέρῠσι ή πριν από φωνήεν -σιν, επίρρ., ένα χρόνο πριν, τον προηγούμενο χρόνο, σε Αριστοφ. κ.λπ.· ἡ πέρυσι κωμῳδία, η περσινή κωμωδία μας, στον ίδ.· νῦν τε καὶ πέρυσι, σε Ξεν.
περῠσῐνός, , -όν, αυτός που ανήκει στον προηγούμενο χρόνο, ο περσινός, σε Αριστοφ. κ.λπ.