Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "οἰνοβαρής"

Βρέθηκε 1 λήμμα
οἰνοβᾰρής, -ές (βαρύς), βαρύς από το κρασί, μεθυσμένος, Λατ. vino gravis, σε Ομήρ. Ιλ., Ανθ.