LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "νυκτερίς"
- νυκτερίς, -ίδος, ἡ (νύκτερος), το θηλαστικό νυχτερίδα, Λατ. vespertilio, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ., Αριστοφ.

