LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "νομεύς"
- νομεύς, -έως, ὁ (νέμω), Επικ. -ῆος, I. βοσκός, ποιμένας, βουκόλος, σε Όμηρ. κ.λπ. II. απονεμητής, διανομέας· ἀγαθῶν, σε Πλάτ. III. πληθ., σε Ηρόδ.· νομέες = ἐγκοίλια, τα πλευρά του πλοίου, σε Ησύχ.