Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "μυστικός"

Βρέθηκε 1 λήμμα
μυστικός, , -όν, μυστικός, συνδεδεμένος με τα μυστήρια, μυστικὸς Ἴακχος, το μυστηριακό άσμα του Ιάκχου, σε Ηρόδ.· τὰ μυστικά, τα μυστήρια, σε Θουκ.· τὰ χοιρία μυστικά, στον Αριστοφ., είναι πιθ. άθλια, ισχνά γουρούνια, όπως αυτά που οἱ μύσται συνήθιζαν να προσφέρουν.