Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "μονόκερως"

Βρέθηκε 1 λήμμα
μονό-κερως, -ων, αυτός που έχει ένα μόνο κέρατο, σε Πλούτ.