Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "μετρικός"

Βρέθηκε 1 λήμμα
μετρικός, , -όν (μέτρον), αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο μέτρο, αυτός που αναφέρεται στην επιστήμη της μέτρησης με ορισμένες μονάδες, σε Αριστ.· τὰ -κά και ἡ -κή (ενν. τέχνη), προσωδία, στον ίδ.