Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "μαθηματικός"

Βρέθηκε 1 λήμμα
μᾰθημᾰτικός, , -όν, I.διατεθειμένος για μάθηση, σε Πλάτ. II. 1. αυτός που ανήκει ή ταιριάζει στα μαθηματικά, μαθηματικός, , μαθηματικός (επιστήμονας), σε Αριστ.· τὰ μαθηματικά, τα μαθηματικά, η μαθηματική επιστήμη, στον ίδ. 2. αστρονομικός, αυτός που ανήκει στην επιστήμη της αστρονομίας, οἱ Μαθηματικοί = οι Χαλδαῖοι, σε Ιουβεν.