Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "μάρτυς"

Βρέθηκε 1 λήμμα
μάρτῠς, , επίσης , γεν. μάρτυρος, αιτ. -ῠρα κ.λπ., τύπος προερχόμενος από το μάρτυρ, αλλά επιπλέον αιτ. μάρτῠν, με δοτ. πληθ. μάρτῠσι· μάρτυρας (ο, η), σε Ησίοδ., Θέογν.· μάρτυρα θέσθαι τινά, σε Ευρ.· μάρτυρας θεοὺς ποιεῖσθαι, σε Θουκ.· μάρτυρι χρῆσθαί τινι, σε Αριστ.· μάρτυρας παρέχεσθαι, παρουσιάζω μάρτυρες, σε Πλάτ. κ.λπ.· ομοίως, μάρτυρας παριστάναι, σε Ξεν.