LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "μάλη"
- μάλη[ᾰ], ἡ, μασχάλη, Λατ. ala, μόνο στη φράση ὑπὸ μάλης, κάτω από το μπράτσο, ως καταλληλότερο μέρος για μεταφορά λαθραίου οπλισμού, σε Ξεν., Πλάτ.· απ' όπου, ὑπὸ μάλης, κρυφά, μυστικά, Λατ. furtim, σε Δημ.