LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "λεπίς"
- λεπίς, -ιδος, ἡ (λέπω)· 1. λέπι, φλούδα, λεπὶς ᾠοῦ, τσόφλι, κέλυφος αυγού, σε Αριστοφ.· κέλυφος καρυδιού, σε Ανθ. 2. περιληπτικά, λέπια ψαριού, σε Ηρόδ.