LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "κριτήριον"
- κρῐτήριον, τό (κριτής), 1. μέθοδος (τρόπος κρίσης ή δοκιμασίας), κριτήριο, «τεστ», σε Πλάτ. 2. δικαστήριο, επιτροπή κρίσης, στον ίδ.