Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "κολλητός"

Βρέθηκε 1 λήμμα
κολλητός, , -όν (κολλάωI. κολλημένος με κάποιον, στενά συνδεδεμένος, σφιχτά προσαρμοσμένος, σε Όμηρ., Ευρ. κ.λπ. II. ὑποκρητηρίδιον κολλητόν, υποστήριγμα συγκολλημένο με τον κρατήρα, σε Ηρόδ.