Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "κατηχέω"

Βρέθηκε 1 λήμμα
κατ-ηχέω, μέλ. -ήσω, 1. αντηχώ στα αυτιά κάποιου, διδάσκω μέσω λόγων που βγαίνουν από το στόμα, καθοδηγώ, κατευθύνω, σε Λουκ.Παθ., πληροφορούμαι, σε Κ.Δ. 2. στους Χριστιανούς συγγραφείς, διδάσκω τις αλήθειες της χριστιανικής θρησκείας, στο ίδ.