Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "καταδρομή"

Βρέθηκε 1 λήμμα
καταδρομή, (καταδραμεῖν), επιδρομή, εισβολή, σε Θουκ. κ.λπ.· μεταφ., βίαια προσβολή, επίθεση, εξύβριση, λοιδορία, προπηλακισμός, σε Αισχίν.