LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "κέλης"
- κέλης, -ητος, ὁ (κέλλω), I. ταχύς ίππος, άλογο ιππασίας, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ. κ.λπ. II. ταχύπλοο πλοιάριο με σειρά από κουπιά, ελαφρύ πλοιάριο, Λατ. celox, σε Ηρόδ., Θουκ.
- κελήσομαι, μέλ. του κέλομαι.