Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "εὔμολπος"

Βρέθηκε 1 λήμμα
εὔ-μολπος, -ον, (μολπή), αυτός που τραγουδάει γλυκά, σε Ανθ.