Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "διακηρύσσω"

Βρέθηκε 1 λήμμα
δια-κηρύσσω, μέλ. -ξω, 1. γνωστοποιώ κάτι μέσω κήρυκα, ἐν διακεκηρυγμένοις, σε πόλεμο που έχει κηρυχθεί, σε Πλούτ. 2. πουλώ σε δημοπρασία, πλειστηριάζω, στον ίδ.