Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "δίωτος"

Βρέθηκε 1 λήμμα
δί-ωτος, -ον (δίς, οὖς), αυτός που έχει δύο αυτιά, δύο χερούλια, σε Πλάτ.