LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "δίσκος"
- δίσκος, ὁ (δικεῖν),· I. είδος στρογγυλής πλάκας που ρίχνεται χάριν άσκησης ή αγώνα κι είναι φτιαγμένη από πέτρα, σε Ομήρ. Οδ. II. οτιδήποτε έχει το σχήμα του δίσκου, αγγεία, πιάτα, σε Ανθ.· καθρέφτης, στην ίδ.