LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "γαμψός"
- γαμψός, -ή, -όν (κάμπτω), καμπυλωτός, κυρτός· λέγεται για αρπακτικά πουλιά, όρνια = γαμψῶνυξ, σε Αριστοφ.