LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "γάστρα"
- γάστρα (γαστήρ), Ιων. -τρη, ἡ, το κατώτερο μέρος ενός αγγείου διογκωμένο προς τα έξω, όπως η κοιλιά (γαστήρ), σε Όμηρ.