Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "βραχύτης"

Βρέθηκε 1 λήμμα
βρᾰχύτης, [ῠ]-ητος, (βραχύς), 1. συντομία, σε Θουκ. 2. στενότητα, έλλειψη, ανεπάρκεια, στον ίδ.