Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "βραχίων"

Βρέθηκαν 2 λήμματα [1 - 2]
βρᾰχίων[ῑ], -ονος, , βραχίονας, μπράτσο, Λατ. brachium, σε Ομήρ. Ιλ.· πρυμνὸς βραχίων, ώμος, στο ίδ. (αμφίβ. προέλ.).
βρᾰχίων (Ιων. , Αττ. ), βράχιστος, συγκρ. και υπερθ. του βραχύς.