Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "βράγχος"

Βρέθηκαν 2 λήμματα [1 - 2]
βράγχος, , βραχνάδα ή κρυολόγημα του λαιμού που προκαλεί βραχνάδα, σε Θουκ.
βραγχός, , -όν (βλ. το προηγ. βράγχος), βραχνός, βραχνιασμένος, σε Ανθ. (πιθ. ηχομιμ. λέξη).