Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "βουκόλος"

Βρέθηκε 1 λήμμα
βου-κόλος, Δωρ. βωκ-, , αγελαδάρης, αγελαδοβοσκός, σε Όμηρ., Πλάτ. (το -κόλος είναι πιθ. εναλλακτικός τύπος του -πόλος, πρβλ. αἰ-πόλος).