Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "βοτήρ"

Βρέθηκαν 2 λήμματα [1 - 2]
βοτήρ, -ῆρος, (βόσκω), βοσκός, τσοπάνης, σε Ομήρ. Οδ.· οἰωνῶν βοτήρ, προφήτης, οιωνοσκόπος, σε Αισχύλ.· κύων βοτήρ, το τσοπανόσκυλο, σε Σοφ.
βοτηρικός, , -όν, αυτός που ανήκει ή προορίζεται για το βοσκό, σε Πλούτ., Ανθ.