Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "βασίλειον"

Βρέθηκε 1 λήμμα
βᾰσίλειον, Ιων. -ήϊον, τὸ (βασιλεύς), 1. βασιλικό ενδιαίτημα, παλάτι, σε Ξεν.· συχνότερα απαντά στον πληθ., σε Ηρόδ. κ.λπ. 2. βασιλικό θησαυροφυλάκιο, στον ίδ.