LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "Τροιζήν"
- Τροιζήν, -ῆνος, ἡ, πόλη στην Αργολίδα, σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ. κ.λπ.· επίθ. Τροιζήνιος, -α, -ον, σε Ευρ.· θηλ. Τροιζηνίς, -ίδος, σε Θουκ.· οἱ Τροιζήνιοι, οι κάτοικοι της Τροιζήνας, σε Ηρόδ.