Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "Τιτάν"

Βρέθηκαν 6 λήμματα [1 - 6]
Τῑτάν, -ᾶνος, , κυρίως στον πληθ. Τῑτᾶνες, Ιων. Τῑτῆνες, οἱ, δοτ. Τίτησι, Επικ. Τιτήνεσσι· γένος θεών που είχαν τοποθετηθεί κάτω από τον Τάρταρο, σε Ομήρ. Ιλ. (όπου μνημονεύονται δύο, ο Ιαπετός και ο Κρόνος)· κατά τον Ησίοδο οι έξι γιοι και οι έξι κόρες του Ουρανού και της Γαίας, τους οποίους ο Δίας έριξε από τον Όλυμπο στο βαθύ σκοτάδι, σε Ησίοδ.· άλλες ονομασίες δίδονται από μεταγεν. ποιητές, όπως Άτλας, σε Αισχύλ.· Προμηθέας, σε Σοφ.· Θέμις, σε Αισχύλ.· στους Λατ. Ποιητές Τιτάνας αποκαλείται ο θεός Ήλιος. [Η πλέον αρχαία ετυμολογία του ονόματος υπάρχει στον Ησίοδ.· οι Αγωνιζόμενοι, οι Μαχόμενοι· άλλοι την συνδέουν με το τίτας (από το τίνω), Τιμωροί, Εκδικητές].
Τῑτᾱνίς, Ιων. Τιτηνίς, -ίδος, , θηλ. του Τιτάν, σε Αισχύλ.
Τῑτᾱνο-κράτωρ, -ορος, (κρατέω), νικητής των Τιτάνων, σε Λουκ.
Τῑτᾱνο-κτόνος, -ον (κτείνω), αυτός που σκοτώνει τους Τιτάνες, σε Βατραχομ.
τίτᾰνος[ῐ], , λευκό χώμα, πιθανόν γύψος, σε Ησίοδ.
Τῑτᾱν-ώδης, -ες (εἶδος), όμοιος με Τιτάνα, Τιτανικός, Τιτανῶδες βλέπειν, σε Λουκ.