Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "Σμυρναῖος"

Βρέθηκαν 2 λήμματα [1 - 2]
Σμυρναῖος, , -ον, αυτός που προέρχεται ή κατάγεται από τη Σμύρνη, σε Πίνδ.
σμυρναῖος, , -ον (σμύρνα), προερχόμενος από μύρο, σμύρνα, σε Ανθ.