Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "Σάρδεις"

Βρέθηκε 1 λήμμα
Σάρδεις, -εων, αἱ, οι Σάρδεις, πρωτεύουσα του αρχαίου βασιλείου της Λυδίας· δοτ. Σάρδεσι, σε Αισχύλ.· Ιων. Σάρδῑς, σε Ηρόδ.· γεν. Σαρδίων, δοτ. Σᾰρδῐσι, σε Ηρόδ.· επίθ. Σαρδιᾱνός, Ιων. -ηνός, , -όν, στον ίδ.· και Σαρδιᾱνικός, , -όν, σε Αριστοφ.