Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "Νηρηΐς"

Βρέθηκε 1 λήμμα
Νηρηΐς ή Νηρεΐς, -ΐδος, , κόρη του Νηρέα, Νηρηίδα ή Νύμφη της θάλασσας· κυρίως στον πληθ., Νηρηΐδες, σε Όμηρ.· Νηρεΐδες, σε Ησίοδ.· Αττ. Νηρῇδες, σε Σοφ., Ευρ.