LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "Μῆδος"
- μῆδος (Α), -εος, τό (μέδω), μόνο στον πληθ. μήδεα, συμβουλές, σχέδια, τεχνάσματα, σχέδια, σε Όμηρ.· μάχης μήδεα, τα σχέδια της μάχης, σε Ομήρ. Ιλ.
- μῆδος (Β), -εος, τό, μόνο στον πληθ. μήδεα, τα ανδρικά γεννητικά όργανα, σε Ομήρ. Οδ.
- Μῆδος, ὁ, Μήδος (ως προς την εθνικότητα), Μηδικός, σε Ηρόδ. κ.λπ.
- μηδοσύνη, ἡ (μῆδος), συμβουλή, σύνεση, φρόνηση, σε Ανθ.