LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "Κέρκυρα"
- Κέρκῡρα, ἡ, το νησί της Κέρκυρας (Κορφοί), σε Ηρόδ. κ.λπ.· επίθ. Κερκυραῖος, -α, -ον, Κερκυραϊκός, στον ίδ. κ.λπ.· τὰ Κερκυραϊκά, ζητήματα τα σχετικά με την Κέρκυρα, σε Θουκ.