Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "Δελφοί"

Βρέθηκε 1 λήμμα
Δελφοί, -ῶν, οἱ, I. Δελφοί, περίφημο μαντείο του Απόλλωνα στη Φωκίδα, στους πρόποδες του Παρνασσού (το οποίο ονομαζόταν αρχικά Πυθώ, από τον Όμηρ. και τον Ηρόδ.), σε Ομηρ. Ύμν., Σοφ. II. οι κάτοικοι, σε Ηρόδ.· στον ενικ. Δελφός, βασιλιάς των Δελφών, σε Αισχύλ.· επίθ. Δελφικός, , -όν, δελφικός, στον ίδ.· θηλ. Δελφίς, σε Σοφ.