Γραφικό

Πυξίς

Ψηφιακή Αρχαιοθήκη

Επιμ. Τριανταφυλλιά Γιάννου

Η εταίρα που κυβέρνησε την Ελλάδα

Το έργο, στην πρώτη του μορφή, δημοσιεύτηκε ως λαϊκό ανάγνωσμα σε συνέχειες στην εφημερίδα Πατρίς. Πρωτοεκδόθηκε με τον τίτλο Ασπασία, η εταίρα που κυβέρνησε την Ελλάδα από τις εκδόσεις Φλάμμα. Η έκδοση είναι χωρίς χρονολόγηση, αλλά το επιλογικό σημείωμα του συγγραφέα με τον τίτλο «Αυτοκριτική» φέρει τη χρονολογια «Νοέμβρης 1930». Κατά πάσα πιθανότητα, θα πρέπει να κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς. Το έργο επανεκδόθηκε στα 1976 από τις εκδόσεις Κάκτος με τον τίτλο Η εταίρα που κυβέρνησε την Ελλάδα. Το έργο εντάσσεται στο πλαίσιο μιας περισσότερο στρατευμένης προοπτικής του μαρξιστή Πέτρου Πικρού, ο οποίος στο σημείωμά του θα παρουσιάσει τη μέθοδο που χρησιμοποίησε, και κυρίως την οπτική μέσα από την οποία συλλαμβάνει και αναδεικνύει τη μορφή της Ασπασίας. Πρόθεσή του είναι να παρουσιάσει μια εικόνα της Ασπασίας περισσότερο ρεαλιστική και όχι παραμορφωτικά εξιδανικευτική, μια εικόνα που να ανταποκρίνεται στα ιστορικά δεδομένα που τη διαμόρφωσαν. Γράφει χαρακτηριστικά ο Πέτρος Πικρός: «Για μένα το πρόσωπο της ηρωίδας μου παίζει δευτερεύοντα ρόλο. Εκείνο που με ενδιαφέρει προπαντός είναι η κοινωνική ζωή της εποχής. Αυτή μου δίνει τα στοιχεία της προσωπικότητας που περιγράφω. Κι αν όχι τίποτ' άλλο, πιστεύω πως η κοσμοθεωρία μου μου παρέχει το μεγάλο πλεονέκτημα να μην παραμορφώνω τους "ήρωές" μου για να τους κάνω όπως με γουστάρει. Κι ακόμη λιγότερο, να τους πνίγω σε ιδεαλιστικά σύγνεφα για να τους κάμω "πρότυπα". Οι πιο πολλοί που καταπιάστηκαν με την Ασπασία βάλθηκαν σώνει και καλά να την "εξαγνίσουν". Ο ιδεαλισμός τους δεν τους εμπόδισε διόλου την πλαστογραφία […] Εγώ δε γράφω —θεός φυλάξοι— Συναξάρια» (Πικρός, 1976: 149-150). Η Ασπασία του Πέτρου Πικρού είναι ακόμη πιο αντιπαθητική από την Ασπασία της κωμικής παράδοσης. Παρουσιάζεται ως μια απένταρη νεαρή εταίρα που δεν διστάζει να μεταχειριστεί τα ερωτικά της θέλγητρα και τη γυναικεία πανουργία της, προκειμένου να ανέλθει κοινωνικά. Σύμφωνα με τη Χριστίνα Ντουνιά (2005: 246-247), «ο Πικρός, μέσα από έναν παραμορφωτικό φακό, παρουσιάζει τα ήθη της αρχαίας Ελλάδας, επιμένοντας προκλητικά στο θέμα του εταιρισμού αλλά και της παιδεραστίας, με σκοπό να σοκάρει τον νεοέλληνα αναγνώστη, γιατί απευθύνεται κυρίως στον συντηρητισμό του. Χρησιμοποιώντας περισσότερο μια γλώσσα επιθεωρησιακή, διανθισμένη με εκφράσεις από την αργκό του καιρού του, κάνει χοντροκομμένη σάτιρα της Αθήνας του Περικλή, επιστρατεύοντας όλες τις συκοφαντίες ή τις κριτικές των πολιτικών του αντιπάλων. Η επιμονή του στην ανάδειξη των αδυναμιών ενός ανερμάτιστου όχλου, και κυρίως η εικόνα της παρακμής της αθηναϊκής δημοκρατίας, παραπέμπει στο σύγχρονό του ιδεολόγημα περί "παρακμής της αστικής τάξης" […] Έτσι, η διαφορά Αριστοκρατικών και Δημοκρατικών, οι εργασίες της Βουλής των πεντακοσίων, της Εκκλησίας του Δήμου και της Ηλιαίας, δίνουν αφορμή για σύγχρονες πολιτικές προεκτάσεις ή για υπονοούμενα σχετικά με τους "ημέτερους" της κυβέρνησης και την έλλειψη ανεξαρτησίας και διαχωρισμού των τριών σωμάτων άσκησης εξουσίας (βουλευτικό, νομοθετικό, δικαστικό). Αλλά η σάτιρα του Πικρού δεν αφήνει ανέγγιχτο ούτε τον απλό Αθηναίο πολίτη, ο οποίος παρουσιάζεται ως κυνικός, ωφελιμιστής και ανήθικος […]»
Χωρίς να έχει κάποια ιδιαίτερη αρχαιομάθεια, ο Πέτρος Πικρός χρησιμοποιεί αρχαίες πηγές, από τον Αριστοφάνη και τον Θουκυδίδη ώς τον Πλάτωνα και τον Ξενοφώντα. Πέρα όμως από τα στοιχεία που του παρέχουν οι πηγές του, επινοεί πρόσωπα και γεγονότα που πλαισιώνουν την πρωταγωνίστρια του Ασπασία σε δύο φάσεις της ζωής της, στα νιάτα και τα γεράματά της. Και αν η νεαρή Ασπασία φαίνεται να υπηρετεί την ανηθικότητα και τη δολοπλοκία, η γερασμένη Ασπασία συμβολίζει την παρακμή της αθηναϊκής δημοκρατίας. Επομένως, αν και με το έργο του ο Πέτρος Πικρός θέλησε να πλήξει τον συντηρητισμό της ελληνικής κοινωνίας, τελικά ευθυγραμμίζεται με τη συντηρητική άποψη όσων θεωρούσαν την Ασπασία γυναίκα επικίνδυνη και ανήθικη, ως πρωταγωνίστρια του πολιτικού παρασκηνίου της αρχαίας Αθήνας και αμφισβητία της παραδοσιακής ηθικής. Φαίνεται πως το έργο του Πέτρου Πικρού δεν προκαλεί γόνιμο προβληματισμό και απομακρύνεται από έναν χειρισμό περισσότερο σύμφωνο με τη μαρξιστική ιδεολογία, προς την κατεύθυνση δηλαδή της απελευθέρωσης της γυναίκας (Ντουνιά, 2005: 249-250).
Το συγκεκριμένο απόσπασμα προέρχεται από το τρίτο μέρος του μυθιστορήματος («Η Ασπασία στα γεράματα») και φέρει τον τίτλο «Η δόξα απ' την ανάποδη». Σε αυτό, ο Λυσικλής, ο πολιτικός που παντρεύτηκε την Ασπασία μετά τον θάνατο του Περικλή, ρητορεύει, δασκαλεμένος από τη συμβία του, και κάνει έναν απολογισμό των συνεπειών του πελοποννησιακού πολέμου. Ουσιαστικά, επιχειρείται «ο συνεχής παραλληλισμός ανάμεσα σε ιστορικά γεγονότα ή συλλογικές συμπεριφορές της Αθήνας του 5ου αιώνα π.Χ. και στη σύγχρονη του [Πέτρου Πικρού] πραγματικότητα. Κάτω από αυτήν την οπτική, ο πελοποννησιακός πόλεμος παρουσιάζεται ως ιστορικό φαινόμενο, έτσι ώστε να θυμίζει στον αναγνώστη τη νωπή ακόμα εμπειρία του πρώτου παγκοσμίου πολέμου» (Ντουνιά, 2005: 247). Στο πλαίσιο αυτό, η διακειμενική αναφορά στο μυθιστόρημα του Έριχ Μαρία Ρεμάρκ Ουδέν νεώτερον από το δυτικό μέτωπο υποδεικνύει στον αναγνώστη αυτόν τον παραλληλισμό.

Στοιχεία Έκδοσης:

  • Πικρός, Πέτρος. 1976. Η εταίρα που κυβέρνησε την Ελλάδα. Αθήνα: Κάκτος. [1η έκδ.: 1930, Αθήνα: Φλάμμα.]

Βιβλιογραφία-Δικτυογραφία:

  • Ντουνιά, Χριστίνα. 2005.«Αρχαιότητα και πολιτική σάτιρα στον Μεσοπόλεμο: Π. Πικρός-Κ. Βάρναλης». Στο Η πρόσληψη της αρχαιότητας στο βυζαντινό και νεοελληνικό μυθιστόρημα. Επιμ. Στέφανος Κακλαμάνης, Μιχαήλ Πασχάλης. Αθήνα: Στιγμή. 243-254.
  • Πικρός, Πέτρος. 1976. «Αυτοκριτική». Στο Η εταίρα που κυβέρνησε την Ελλάδα. Αθήνα: Κάκτος. 147-151.