Γραφικό

Πυξίς

Ψηφιακή Αρχαιοθήκη

Επιμ. Τριανταφυλλιά Γιάννου

Γαλάτεια

Το συγκεκριμένο απόσπασμα ανήκει στo δράμα Γαλάτεια (1872). Η υπόθεση του δράματος εκτυλίσσεται στην Κύπρο το 1361 π.Χ. Πρωταγωνιστές του δράματος είναι ο βασιλιάς της Κύπρου Πυγμαλίων, η σύζυγός του Γαλάτεια, ο νεότερος αδερφός του Ρέννος, ο Εύμηλος (ιερέας του Απόλλωνα) και ο Λείριος (υπηρέτης του Πυγμαλίωνα). Στη δεύτερη πράξη (δεύτερη σκηνή) του δράματος ο Αργοναύτης Ρέννος διηγείται στον μεγαλύτερο αδερφό του και βασιλιά της Κύπρου Πυγμαλίωνα και στη σύζυγό του Γαλάτεια περιστατικά από την αργοναυτική εκστρατεία.
Για τη συγγραφή του δράματος ο Σπ. Βασιλειάδης επηρεάστηκε από τον μύθο του Πυγμαλίωνα και κατά κύριο λόγο εμπνεύστηκε από το δημοτικό τραγούδι «Η άπιστη γυναίκα», που συμπεριλαμβανόταν στη συλλογή δημοτικών τραγουδιών του Passow (στη συλλογή του Πολίτη έχει τον τίτλο «Τ' αγαπημένα αδέλφια κι η κακή γυναίκα»). Πιο συγκεκριμένα, ο Σπ. Βασιλειάδης έπλασε τη γυναίκα άπιστη, σύμφωνα και με το δημοτικό τραγούδι, αλλά κράτησε την αδελφική αγάπη ως αντίρροπο της γυναικείας απιστίας, κάτι που ήταν χρήσιμο θεατρικά, γιατί θα μπορούσε να καθάρει το κοινό με την ιδέα ότι υπάρχουν και καλά αισθήματα (Σιδέρης, 1974: 1707-1708). Η Γαλάτεια γράφτηκε με συγκεκριμένη πρόθεση και ιδεολογικό στίγμα: να είναι το καλλιτεχνικό παράδειγμα της ενότητας του αρχαίου και του νέου ελληνισμού, όπως αυτό αναλύεται στον μακρύ και σημαντικό της πρόλογο. Σύμφωνα με τη Γεωργία Λαδογιάννη (2011: 635-647), σε ένα πρώτο επίπεδο, ο Πυγμαλίων αντιπροσωπεύει τον απογοητευμένο από την πεζότητα της ζωής ρομαντικό καλλιτέχνη, που προτιμά τη ζωή της φαντασίας από την πραγματική και ικανοποιείται μόνο μέσα από τη δική του δημιουργία. Στο σημείο αυτό έχουμε τον κοινό μύθο του ρομαντικού καλλιτέχνη Πυγμαλίωνα-Νάρκισσου, όπως τον φιλοτέχνησε η ευρωπαϊκή λογοτεχνία του 19ου αιώνα. Σε δεύτερο επίπεδο, φωτίζεται ο (ρομαντικός) εραστής και η ιδεοποιημένη ερωτική σχέση που την επιζητεί και την βιώνει μόνο ο άντρας/καλλιτέχνης, σχέση που αποδεικνύεται μοιραία από τη φύσει ανήθικη και άπιστη γυναίκα. Η επεξεργασία του μύθου από τον Σπ. Βασιλειάδη φωτίζει αρκετά σημεία της λογοτεχνίας και των ιδεολογικών κατασκευών του 19ου αιώνα που αρχίζουν να θεματοποιούνται στη λογοτεχνία. Το έργο είχε μεγάλη απήχηση στο θεατρικό κοινό (την περίοδο 1872-1924 δόθηκαν πενήντα παραστάσεις της Γαλάτειας) και δίχασε την κριτική.
Στο συγκεκριμένο απόσπασμα ο Ρέννος, που συμμετείχε στην αργοναυτική εκστρατεία, αφηγείται την διάσωση των Αργοναυτών από τις Σειρήνες με τη βοήθεια του Ορφέα. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Ορφέας συνόδευσε τους Αργοναύτες στην εκστρατεία τους και με τη γοητεία των κατευναστικών ήχων της χρυσής λύρας του αυτοί δεν δελεάστηκαν και δεν υπέκυψαν στη γοητεία των Σειρήνων. Επιπλέον, με τη μουσική του ακινητοποίησε, κατά μια εκδοχή, τις Συμπληγάδες Πέτρες και νάρκωσε τον δράκοντα που φύλαγε το χρυσόμαλλο δέρας, βοηθώντας έτσι να ευοδωθεί ο σκοπός της εκστρατείας. Στο πλαίσιο της αφήγησης, ο Ρέννος αναπαράγει τα λόγια του άσματος του Ορφέα, μια που τη μελωδία του κανείς δεν θα μπορούσε να μιμηθεί. Θέμα του ποιήματος είναι ο νόστος του ξενιτεμένου.
Ο Κ. Βάρναλης γράφει σχετικά με το άσμα σε ένα χρονογράφημα του το 1941 με τίτλο «Το αριστούργημα της καθαρεύουσας»: «Η καθαρεύουσα είναι ένα κομμάτι της ‘’νεοελληνικής πραγματικότητας’’ (…) Κ’ η καθαρευουσιάνικη ποίηση δεν είναι ούτε λίγη ούτε ασήμαντη (…) Κ’ η καθαρεύουσα έχει το αριστούργημά της. Τέτοιο είναι το ‘’Άσμα του Ορφέως’’ του Σπυρίδωνος Βασιλειάδου (…) Αυτό το ποίημα με τη συμβατική του γλώσσα και την κάπως χαλαρωμένη αρμονία έχει την απλή γραμμή και την εκφραστική λιτότητα των δημοτικών μας τραγουδιών. Είναι το περισσότερο συμπαθητικό ποίημα της καθαρευουσιάνικης λογοτεχνίας Το μόνο που συγκινεί. Τι εξαίσιο έργο θα 'τανε, αν εμιλούσε σε γλώσσα ζωντανή!».

Στοιχεία Έκδοσης:

  • Βασιλειάδης, Σπυρίδων. 1900. Αττικαί νύκτες. Τα Άπαντα. Αθήνα: Φέξης.

Βιβλιογραφία-Δικτυογραφία: