Εξώφυλλο

Νόστος:

Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία

Μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη

[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]

Γιάννης Ρίτσος

Η Φημονόη


Κείνα που δεν καταλαβαίνανε, κείνα ακριβώς τους μαγεύανε, ιδίως
αν δεν τους αφορούσανε προσωπικά, — κείνα τα γενικά, τα αφηρημένα
που αφαιρούσαν κι αυτούς απ’ τις πολλές δυσκολίες — κείνα που κρύβαν
κι επισημαίναν κάποια περιοχή δική τους (άτρωτη όσο κι άγνωστη), κάποια
περιοχή ησυχίας κι ελευθερίας.
Η Φημονόη, η μάντισσα (λέγαν)
κατανοούσε τις φωνές των πουλιών, των νερών και των φύλλων, κι αφού
έπινε τρεις γουλιές απ’ την πηγή της Κασσοτίδας, κι αφού θρονιαζόταν
στον ψηλό τρίποδα, τις εξηγούσε (με άναρθρες κραυγές κι εκείνη)
κρατώντας ένα φύλλο δάφνης στο στόμα της.
Γύρω της, οι προφήτες
κατάγραφαν βιαστικά τις φωνές της. Μετά, οι εξηγητές εξηγούσαν
με πλήρη σαφήνεια και συνέπεια τις εξηγήσεις της.
Όταν, μια μέρα,
της έδειξαν γραπτή την ερμηνεία των λόγων της, η Φημονόη
δεν κατάλαβε τίποτα. «Ποιός τα ’πε αυτά;» ρώτησε απορημένη.
Κι όταν: «Εσύ», της είπαν, τότε εκείνη, διφορούμενα χαμογελώντας,
πρόσθεσε: «Ναι, μα εγώ εννοούσα κάτι ακόμη».
Αυτό το «κάτι ακόμη»,
πενήντα τόσα χρόνια (ή κι αιώνες) δεν το ανακαλύψανε οι εξηγητές μας,
κι ίσως για τούτο οι ποιητές συνεχίζουν ακόμη να γράφουν
με την κρυφή υποψία πως ούτε η Φημονόη δεν ξέρει αυτό το «κάτι».

Καρλόβασι, 6.VΙ.69

Γιάννης Ρίτσος. 1972. Πέτρες. Επαναλήψεις. Κιγκλίδωμα. Αθήνα: Κέδρος. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Γιάννης Ρίτσος. [1989] 1998. Ποιήματα Ι΄ (1963-1972). 2η έκδ. Αθήνα: Κέδρος.