[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]
Γιάννης Υφαντής
Οιδίπους
(απόσπασμα)
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ, ο βουλευτής, ο φοιτητής, ο γιατρός, ο καθηγητής. Καθένας κι ένας τίτλος. «Καθένας κι έν’ αξίωμα σαν το πουλί μες στο κλουβί του». Αλλά μόνο η ιδιότητα άνθρωπος μπορεί να σκοτώσει τη Σφίγγα.
Ο τίτλος στην καλύτερη περίπτωση δείχνει σε ποιο επίπεδο αποκρυσταλλώθηκε κανείς, σε ποια μορφή πάγωσε κι έπαψε να ’ναι άνθρωπος, έπαψε δηλαδή να είναι εικόνα και ομοίωση της αεί ρέουσας ζωής.
Ο τίτλος στη χειρότερη περίπτωση δείχνει τι κάποιος επιδιώκει να φαίνεται πως είναι, επειδή αυτό που είναι, μη γνωρίζοντάς το καλά, δεν το εκτιμά, επειδή αυτό που είναι δεν έχει πέραση στην αγορά της ανθρώπινης ιεραρχίας.
Η λέξη ποιητής μ’ ενδιαφέρει όταν σημαίνει τον εραστή της Ζωής, τον Άνθρωπο. Το πρώτο ζευγάρι (ο Αδάμ και η Εύα) είναι ο Άνθρωπος και η Ζωή. «Και έγνω Αδάμ την γυναίκα αυτού». Και γνώρισε ο Άνθρωπος τη Ζωή. Έρωτας και γνώση είναι ένα.
Η λέξη ποιητής μ’ ενδιαφέρει όταν σημαίνει τον άνθρωπο που έχει φτάσει στην πλήρη αυτογνωσία. Άνθρωποι ήσαν και οι Θηβαίοι, όμως η Σφίγγα τούς εξόντωσε. Για την εξόντωση της Σφίγγας χρειάστηκε κάποιος που να έρχεται από τους Δελφούς, κάποιος που να έρχεται από το «γνώθι σαυτόν», κάποιος που να ταυτίζεται πλήρως με την ιδιότητα «άνθρωπος».
Οιδίπους, αυτός με τα πρησμένα πόδια, αυτός που οι χθόνιες δυνάμεις (τα πόδια έχουν τη στενότερη σχέση με τη γη) του φέρνονται αφιλόξενα, αυτός που δε χωρά στην κοινωνική ιεραρχία, αυτός που μόνο στην ευρύτερη μείζονα ζωή θα χωρέσει.
Ο Οιδίπους πηγαίνει στους Δελφούς, στο ιερό του θεού ποιητή, στο Μαντείο. Το Μαντείο δεν είναι για να προλέγει το μέλλον, ούτε η πρόβλεψη βοηθά στο ν’ αποφύγεις τα μέλλοντα, όπως πιστεύουν οι μωροί. Αυτό που προβλέπεται έχει ήδη γίνει, υπάρχει ήδη μέσα στο διαρκές παρόν, ποιος θα μπορούσε να το αποφύγει; Το Μαντείο βοηθά να δεχτείς το προσωπικό σου παρελθόν και μέλλον, μυώντας σε στη γνώση του διαρκούς παρόντος, του οποίου αρμονικό μέρος αποτελεί ο προσωπικός σου χρόνος. Το Μαντείο σε μυεί στην αυτογνωσία, δηλαδή στη γνώση του Καθολικού Εαυτού, που τον λησμόνησες με τη γέννησή σου στον ατομικό εαυτό. Το Μαντείο βοηθά να θυμηθείς αυτό που είσαι: Εικόνα και ομοίωση της Ζωής, δηλαδή, Άνθρωπος.
Ο Οιδίπους φτάνει στους Δελφούς και καθρεφτίζεται στο ζωντανό καθρέφτη του νερού, στο λάλον ύδωρ της ποίησης, στον «ξυνό λόγο». Ο Οιδίπους καθρεφτίζεται στην Πηγή της Μνήμης. (Η Μνήμη —Μνημοσύνη— είναι μητέρα των Μουσών και γυναίκα του Ζηνός, δηλαδή του Ζωντανού). Ο Οιδίπους φεύγει από τους Δελφούς κατέχοντας μια θεωρητική αυτογνωσία. Η θεωρητική αυτογνωσία (η αποχτημένη από την εμπειρία των άλλων) δεν αρκεί μέχρι το τέλος. Δεν άρκεσε σε κανένα ήρωα, δεν άρκεσε στους Αργοναύτες. Οι Αργοναύτες, όταν ξεκινούσαν, θυσίασαν στον Απόλλωνα. Όμως στη μέση του ταξιδιού χρειάστηκε να θυσιάσουν στην Αφροδίτη για να μπορέσουν να συνεχίσουν· χρειάστηκε να κινηθούν βιολογικά, να μπουν οι ίδιοι στον κύκλο του έρωτα και του θανάτου.
Ο Οιδίπους φεύγει από τους Δελφούς κατέχοντας μια θεωρητική αυτογνωσία. Όμως αυτή αρκεί για να αναγνωρίσει το ψέμα της ταυτότητάς του που λέει πως είναι γιος του βασιλιά της Κορίνθου. Έτσι, δεν παίρνει τον δρόμο του τύπου και της «ταυτότητας», δεν παίρνει τον δρόμο της ωφελιμιστικής στενής λογικής· παίρνει τον βιολογικό δρόμο, παίρνει τον δρόμο της συμπάντειας λογικής. Δεν παίρνει τον δρόμο που πάει στην πατρίδα του την Κόρινθο. Παίρνει τον λάθος δρόμο, που είναι ο σωστός. Παίρνει τον δρόμο που οδηγεί στη Θήβα, που είναι η πραγματική του πατρίδα.
Ο Οιδίπους, προχωρώντας στον δρόμο της εμπειρικής αυτογνωσίας του, γίνεται κύριος της τέταρτης διάστασης: Σκοτώνει τον πατέρα του, που θα πει πως σκοτώνει το Χρόνο-Κρόνο. Τον σκοτώνει χωρίς να ξέρει ότι είναι ο πατέρας του, που θα πει πως τον σκοτώνει επειδή ακριβώς σκοπός του δεν είναι η εξουσία αλλά η αυτογνωσία, η Ζωή. Αν τον ενδιέφερε η εξουσία, δε θα ’φτανε στην Εξουσία, μα θα γινόταν ένας τιτλούχος, ένας υποκείμενος στον χρόνο μνηστήρας της εξουσίας, ένας άνθρωπος της ιεραρχίας.
Η Σφίγγα στραγγαλίζει εκείνους που έχουν τίτλους αντίς να έχουν αυτογνωσία. Η Σφίγγα σκοτώνει τους γοητευμένους από την ιεραρχία, αλλά σκοτώνεται από τον εραστή της Ζωής, τον Άνθρωπο.
Ο Οιδίπους, ταυτισμένος με την ιδιότητα άνθρωπος, σκοτώνει τη Σφίγγα, που θα πει πως παύει γι’ αυτόν να παραμένει ανερμήνευτο αυτό που βλέπει μέσα στον καθρέφτη.
Η ιεραρχία είναι η σκαλωτή σκιά του χρόνου.
Ο Οιδίπους νυμφεύεται τη μάνα του· που σημαίνει πως, ενώ οι άνθρωποι είναι διαδοχή γενεών, η Ζωή είναι μία και δίνεται ολόκληρη μόνο στον γνώστη της Ζωής, στον άνθρωπο-Δία. (Δίας: από το τζιάν που σημαίνει γνώση).
Ο Οιδίπους γίνεται βασιλιάς, που σημαίνει ότι γίνεται αυτό που είναι: Βασιλιάς της Ζωής.
Ο Οιδίπους αρνείται τις μαντείες του Τειρεσία, που σημαίνει πως αρνείται το βάρος της υπερβολής στην οποία τον οδήγησε το «γνώθι σαυτόν». Αρνείται το βάρος της συμπαντικότητας, όπως ο Χριστός κι ο Ιωάννης. Ο Ιωάννης βρίσκει το βιβλίο της Γνώσης γλυκό στο στόμα (σαν είναι θεωρία που αφορά τους άλλους) και πικρό στα σπλάχνα (σαν είναι εμπειρία που αφορά τον ίδιο).
Οι Δελφοί επαληθεύουν τον Τειρεσία. Εξηγούν πως το δεύτερο ρητό τους, το «μηδέν άγαν», δεν έρχεται σ’ αντίθεση με το «γνώθι σαυτόν», αλλά συμπληρώνει το «γνώθι σαυτόν». Το μηδέν άγαν αφενός μεν προειδοποιεί να μην προχωρήσεις στο πολύ αν δεν μπορείς ν’ αντέξεις το πολύ κι αφετέρου συστήνει αυτοκυριαρχία: Ο εαυτός σου είναι υπερβολή, αν δεν κυριαρχήσεις πάνω του. Μέτρο σου είναι ο εαυτός σου, αν είναι ίσος σου. «Γένοι’ οίος έσσι».
Όλα γίνονται αυτοστιγμεί. Ο Οιδίπους, που ως τώρα καθρεφτίζεται στη Μνήμη της Ζωής, σκύβει και πίνει απ’ την πηγή, σκύβει και πίνει τον καθρέφτη, δέχεται αυτό που είναι. Η Ιοκάστη αυτοχτονεί, που σημαίνει πως ο Οιδίπους ανακαλύπτει ότι Έν το Παν, αυτός είναι η Ζωή, θηλυκό και αρσενικό: Ο Ζευς. Ο Απόλλων ούτε στιγμή δεν εγκατέλειψε τον Οιδίποδα, αφότου εκείνος ζήτησε τη βοήθειά του. Οι χρυσές βελόνες με τις οποίες αυτοτυφλώνεται ο Οιδίπους είναι εντέλει οι ακτίνες του Ήλιου-Απόλλωνα, που έρχεται να καταργήσει την εξωτερική όραση του Οιδίποδα.
Ο Οιδίπους τυφλώνεται, που σημαίνει πως γίνεται κι αυτός ένας Τειρεσίας (ένας με ισόθεη γνώση ερμηνευτής σημείων), γίνεται ένας μάντης (οι μάντεις και οι ποιητές είναι τυφλοί), γίνεται κάποιος δίχως πρόσωπο, ένας καθρέφτης του ανθρώπου, ένας ποιητής.
Στους Έλληνες δεν υπάρχει θεός δημιουργός. «Κόσμον τόνδε... ούτε τις θεών ούτε ανθρώπων εποίησεν» λέγει ο Ηράκλειτος, αυτός που περιφρόνησε την πολυμάθεια κι άφησε πίσω του όλα τα μυητικά συστήματα (ξέροντας πόσο εύκολα οι τύποι παρακμάζουν) κι έγινε ιερέας στον ναό της αειπάρθενης Φύσης.
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει θεός δημιουργός, όμως, στη χώρα τούτη, που η έννοια του μέτρου παρεξηγήθηκε τόσο πολύ ώστε κατάντησε να θεωρείται ηθική τιμωρία ο φυσικός νόμος, κυκλοφορούν οι λέξεις ισόθεος και ποιητής.
Ο κόσμος είναι γραμμένος στον κόσμο. Όλα υπάρχουν από πάντα, όμως το καθετί υπάρχει για μας από τη στιγμή που το συνειδητοποιούμε. Ο ποιητής, κάνοντάς μας να συνειδητοποιήσουμε τον κόσμο, τον κάνει να υπάρχει, λέγοντάς τον, είναι σα να τον ποιεί.
[...]
Γιάννης Υφαντής.1998. Αθανάτου μνήμης σημεία. 3η έκδ. Θεσσαλονίκη: Ζήτης. [1η έκδ.: 1987, Ροές. 2η έκδ.: 1990, Ερατώ.]


