Εξώφυλλο

Νόστος:

Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία

Μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη

[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]

Μέντης Μποσταντζόγλου (Μποστ)

Μήδεια


(αποσπάσματα)

[...]

ΜΗΔΕΙΑ - ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
ΤΡΟΦΟΣ
Κυρία, κάποιος σας ζητεί που μοιάζει ευπατρίδης
και αν τον ήκουσα καλά, λέγεται Ευριπίδης...

ΜΗΔΕΙΑ
Αχ, θα ’ν ’ αυτός ο συγγραφεύς που γράφει τραγωδίας
δράματα πάσης φύσεως καθώς και κωμωδίας.
Είμαι σχεδόν ημίγυμνος, αλλά και δεν με μέλει
πες του να μπει να τον δεχθώ, να δούμε τί με θέλει.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Κυρία, θάρρος έλαβα να σας ανησυχήσω
και από σας την Μήδειαν μιαν χάρην να ζητήσω.

ΜΗΔΕΙΑ
Παρακαλώ καθήσατε, μη στέκεσθε καθέτως
πλησίον είναι κάθισμα, ξαπλώσατε ανέτως ...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ευχαριστώ κυρία μου διά την ευγένειάν σας
κι αισθάνομαι πολλήν τιμήν που βρίσκομαι κοντά σας
(Επιθεωρεί).
ωραίον είν’ το σπίτι σας και σε ωραίον μέρος...

ΜΗΔΕΙΑ
Nαι, είν’ πολύ ευάερον στα ρεύματα αέρος...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Είδα και πράσινον πολύ. Αυτό δεικνύει μάλλον
ότι φροντίδα δείχνετε πολλή στο περιβάλλον

ΜΗΔΕΙΑ
(Όρθια δείχνει απ’ τη βεράντα).
Εδώ υπήρχαν Φοίνικες σ’ όλας τας λεωφόρους,
αλλά τούς πετσοκόψαμε...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Εμπόδιζαν τη θέα σας;

ΜΗΔΕΙΑ
Τους Έλληνες εμπόρους.
Οι Φοίνικες οι έμποροι είχανε κάνει θραύση.
Βολιώτη δεν αφήνανε κέρδη να απολαύσει
νυχθημερόν τσακώνοντο μετά των εντοπίων
κι ανέλαβε ο Ιάσονας κι έφτιαξε το τοπίον.
Μια βόλτα εάν κάνετε Φοίνικα δεν θα βρείτε.
Το κλίμα δεν τον ευνοεί και δεν ευδοκιμείται.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Διάβασα πώς ο Φοίνικας πάντα αναγεννάται
βγαίνει από την τέφρα του και στους αιθήρ πλανάται.

ΜΗΔΕΙΑ
Έπαθαν τέτοια συμφορά αναλαβών ο Ιάσων
που και την στάχτη πέταξε στο κύμα των θαλάσσων
και όπως είναι φυσικόν, τέφραν αν δεν αφήσεις
τους κάνεις δύσκολον ζωήν κι ανίκανους διά πτήσεις.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Και πάλιν σας ευχαριστώ διά την ευγένειά σας
που με εδέχθητε εδώ εις τα ανάκτορά σας...

ΜΗΔΕΙΑ
Νιώθω κι εγώ συγκίνησιν, τρέμει το σώμα όλο
που τόσον κόπο κάνατε να έρθετε στο Βόλο.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Όπως καλώς γνωρίζετε κι εγγράφως σάς δηλώνω
μιαν τραγωδίαν τακτικά γράφω τον κάθε χρόνο.
Το σύνολον των έργων μου κοντεύει τα εξήκoντα
κι ελπίζω λίαν προσεχώς να γίνουν εβδομήκοντα.

ΜΗΔΕΙΑ
Τα έργα σας είναι γνωστά. Πολλά τα ξέρω απ’ έξω
τι πρώτον να ενθυμηθώ και να πρωτoδιαλέξω.
Θυμάμαι πόσον έκλαυσα στο έπος των Βατράχων
όταν ο Μέγας Προμηθεύς έπεσε απ’ τον βράχον
και πόσον ξεκαρδίστηκα ολόκληρους βδομάδες
στην άλλην κωμωδίαν σας που λέγετο Τρωάδες.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ευχαριστώ δι’ όλα αυτά φιλόλογος κυρία
που βλέπετε τα έργα μου εις πάσαν ευκαιρία.

ΜΗΔΕΙΑ
Τί νέον τώρα γράφετε; Πέστε μου να χαρείτε.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Γράφω έν έργον κατ’ αυτάς που Μήδεια καλείται.
Πλην δυστυχώς μου είπανε ότι του λείπει δράση
κι ο χορηγός κωλύεται να μου το ανεβάσει.
Να σας διαβάσω μερικούς στίχους που έχω γράψει
και να μου πείτε αν μ’ αυτούς κανένας δεν θα κλάψει.

ΜΗΔΕΙΑ
Ναι. Θα χαρώ λίαν πολύ. Παρακαλώ αρχίστε!
Διώξτε το τρακ που έχετε και άνετος να είστε.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Είθ’ ώφελ’ Αργούς — μη διασπάσθαι σκάφος
Κόλχων ες αίαν κυανάς Πηλίου πεσείν πότε
τμηθείσα πεύκη, μηδ’ ερετμώσαι χέρας
ούδ’ αν κτανείν πείσασα Πελιάδας κόρας.
ΠΡΟΣΕΞΤΕ ΕΔΩ
(Τονίζει τις λέξεις με σημασία),
ήπερ μεγίστη γίγνεται σωτηρία
όταν γυνή προς άνδρα μη διχoστατεί.

ΜΗΔΕΙΑ
Μα σοβαρά απέρριψαν αυτό το κείμενό σας
που δείχνει τόσην άνεσιν στον χειρισμόν της γλώσσας;
Τί θείαι λέξεις άγνωστοι εισήλθαν εις τ’ αυτιά μου
κι οι στίχοι οι ελεύθεροι μιλήσαν στην καρδιά μου.
Δέκα λαπάδες ποιηταί να κάτσουν να μοχθήσουν
στίχους εφάμιλλoυς μ’ αυτούς δεν θα δημιουργήσουν.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Έτσι αρχίζει η Τροφός στο έργο που έχω γράψει
και θέλει η Επιτροπή τώρα να μου το θάψει.

ΜΗΔΕΙΑ
Νά διατί συνηγορώ τ’ αρχαία να μαθαίνουν
οι μαθηταί στα Λύκεια και στις Σχολές σαν μπαίνουν.
Με τα Αρχαία τα στρωτά κάτοχος εάν είσαι
με τον καθένα να μπορείς πια να συνεννοείσαι.
Δυο στίχους απαγγείλατε από την Τραγωδία
κι ολόκληρο τ’ ανάκτορο γέμισε μελωδία.
Το θέμα τώρα πέστε μου. Το θέμα μ’ ενδιαφέρει.
Μοιάζει μ’ αυτά που γράφετε ή κάπου διαφέρει;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Το θέμα είναι τραγικόν. Πρόκειται διά γυναίκα
που αποκτών δέκα παιδιά, τα σφάζει και τα δέκα.

ΜΗΔΕΙΑ
Θαρρώ τα δέκα είν’ πολλά. Βάλτε την δυο να σφάξει
κι ολόκληρον το έργον σας τότε θα είν’ εντάξει.
Ακούστε που σας λέω εγώ. Σφάχτε τώρα τα δύο
και θα χαρείτε θρίαμβο στου Ηρώδου το Ωδείο.
Μία φίλη μου με δυο παιδιά που τα εξεφορτώθη
δεν ξέρετε τί ήρεμη κι ευτυχισμένη νιώθει.

[...]

ΜΗΔΕΙΑ
Τώρα ας επανέλθομε στο θέμα που σας καίει,
να δούμε πού χωλαίνετε και τί στο έργο φταίει.
Είπαμε σφάξτε τα παιδιά, αντί για δέκα, δύο
για να χαρείτε θρίαμβο του χρόνου στο Ωδείο.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Σύμφωνοι, γίνεται αυτό. Μα λείπουν αι συγκρούσεις
και βγαίνει έτσι μιας μητρός ζηλόφθονης πενθούσης.
Το θέλουν με πολλήν πλοκήν κι άλλας πρωτοτυπίας
κι όχι σφαγήν δύο παιδιών λόγω ζηλοτυπίας.
θέλουν την δράσιν και πλοκήν πιο πρωτοτυποτέρα.

ΜΗΔΕΙΑ
E, τότε βάλτε τα παιδιά να σφάζουν την μητέρα.
Τι άλλο πιο πρωτότυπο θέλετε να προτείνω
νομίζω είν’ πρωτότυπο το θέμα που σας δίνω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Όχι, αυτό δεν γίνεται. Το έχω πια αρχίσει.
Και αν αλλάξω την δομή, το δράμα θα αργήσει.
Αν βάλω λεπτομέρειες απ’ τον δικό σας βίο
τότε θα πάρω ασφαλώς το πρώτο το βραβείο.
Εσάς έχω για πρότυπο και σας ζητώ στοιχεία
απ’ την δική σας την ζωή, για να ’χω επιτυχία.

ΜΗΔΕΙΑ
Την πονεμένη μου ζωή να σας εξιστορήσω
και θα ’μαι λίαν ευτυχής, εάν σας βοηθήσω.
Με πάσαν λεπτομέρειαν θα πω ανακοινώσεις
κι αν θέλετε κρατήσατε και πάλι σημειώσεις.
Στο μέρος που γεννήθηκα και λέγεται Κολχίδα
αργά εισήλθεν η Αργώ που ήτο ναυαρχίδα
κι ο Ιάσων, Έλλην πλοίαρχος βγήκε διά εργασία
—τί εργασίαν ακριβώς, δεν έχει σημασία—
και λόγον που βοήθησα εις την αποστολήν του
πήρε κι εμέ διά Ιωλκόν εις την επιστροφήν του.
Εννέα μέρες συνεχώς το πλοίον προχωρούσε
και μ’ άλλο πλοίον ο μπαμπάς πίσω μάς κυνηγούσε.
Σε μια στιγμή πλησίασε πάρα πολύ κοντά μας
και υπήρξε μέγας κίνδυνος για την ασφάλειά μας,
διότι το πλοίον του μπαμπά ήτανε πιο γοργό
κι ως πιο γοργό πλησίαζε πλησίον στην Αργώ.
Οπότε μου ’ρχεται στο νου μια φαεινή ιδέα.
«Φέρτε μου γρήγορα μπαλτά» εφώναξα γενναία.
Και μόλις μου το φέρανε αυτό το εργαλείο
του αδερφού μου το κορμί άρχισα να διαλύω.
Και ρίχνοντας στη θάλασσα τεμάχια μπροστά του
εκαθυστέρει ο μπαμπάς μαζεύων τα οστά του.
Όλοι οι ναύται στην Αργώ με φώναξαν τσακίστρα
κι είχα θερμήν επιστολήν από την Κλυταιμνήστρα
και τα συγχαρητήρια που πήρα από τον Αίγιστον
για με ικανοποίησις ήταν αυτή στο μέγιστον.
Χάρις σ’ αυτό το τέχνασμα και άλλας εφευρέσεις
είχαμε πλουν ευχάριστον, με λίγας εξαιρέσεις.
Προς το παρόν δεν μου ’ρχονται έτεραι συγκινήσεις
σας είπoν λίγας πρόχειρας απ’ τας περιηγήσεις.
Από Κολχίδα, Ιωλκόν, μέχρι ακτών του Βόλου
σας βεβαιώ δεν έκλεισα το μάτι μου καθόλου.
Ταλαιπωρήθηκα πολύ εις όλον το ταξίδι
δεν ξέρετε τι τράβηξα, κύριε Ευριπίδη.
Εννέα μέρες στη στεριά έκανα να πατήσω
του Βόλου τα εννιάμερα να σας εξιστορήσω.

[...]

ΧΟΡΙΚΟ
Των γυναικών τα βάσανα δεν έχουν τελειωμό
πρωί και βράδυ πίνουνε τον μέλανα ζωμό.
Μακάριαι αι σύζυγοι όπου παιδιά δεν έχουν
και στείρες παραμένουνε και στη ζωή αντέχουν.
Χίλιες φορές οι άτεκνες κι αυτές που δεν γεννάνε
και παραμένουν ψύχραιμες και δεν παραφρονάνε
Η στείρα και η άτεκνη κι αυτή που δεν γεννάει
ποτέ δεν έχει τοκετόν κι ουδέποτε πονάει
ούτε χρειάζεται γιατρούς, ράντζα, νοσοκομεία,
και διατηρεί το σώμα της κι έχει οικονομία.

ΕΞΑΓΓΕΛΟΣ
Μέσα συνέβη μακελειό και χαλασμός Κυρίου
κρίμα στην πολυτέλεια και πλούτο του κριτίου.
Οι τοίχοι, τα πατώματα κι οι οροφές ακόμα
είναι γεμάτες αίματα. Κι αβάσταχτη η βρόμα.
Υπάρχει αναστάτωση και μου θυμίζει κάτι
κάτι σχεδόν που έγινε και με την Λυσιστράτη
τότε που στην Επίδαυρο πλάκωσαν τζαμπατζήδες
και πήραν θέσεις θεατών που ήσαν στις κερκίδες
και τότε αντηλλάγησαν πολύ βαριές προτάσεις
από αυτούς πού πλήρωσαν γι’ αυτάς τας παραστάσεις.
Οι μάχες Σέρβων Κροατών καθώς και μουσουλμάνων
μας ωχριούν μπροστά σ’ αυτά που έγιναν απάνω.
Κι όπως κρουνός της ΕΥΔΑΠ τρέχει και έχει σπάσει
κι αρμόδιος δεν έρχεται να τον επισκευάσει,
έτσι το αίμα και εκεί τρέχει και πλημμυρίζει
και βρύση, λίμνη έγινε, με αίμα που αχνίζει.
Κι η Μήδεια τρέχων εδώ και από κει ορμούσε
και με αφρούς στο στόμα της στα δυο παιδιά μιλoύσε.
Αν απ’ τα δεκατέσσερα σήμερα μου πηδάτε
μεθαύριο και σύφιλες κι έιτζ μου κουβαλάτε.
Μου θέλατε και επαφές και με τους καλογήρους,
εγώ δεν γέννησα παιδιά. Εθήλασα σατύρους.
Κι ενώ τα έλεγε αυτά μες στο σαλόνι μπαίνει
μια άγνωστη καλόγρια, να μάθει τί συμβαίνει
Bγαίνει και η πανσέληνος κι εύκολα πια διακρίνεται
η Μήδεια που έξαλλη στην καλογραία χύνεται.
Πάταξον μεν, άκουσον δε, ακούγετ’ εις τ’ αρχαία
που τα φωνάζουν τα παιδιά που εμάχοντο γενναία.
Η μάνα, όμως, τίποτα δεν ήθελε ν’ ακούσει
μ’ αίματα και φριχτά υγρά, τα είχε περιλούσει
και ο μπαλτάς πέφτει μ’ ορμή, τα κόκκαλα τσακίζει
κι από το στόμα της βρισιές άγριες ξεστομίζει.
Τώρα θαρρώ κουράστηκε, στέκει λαχανιασμένη
σκουπίζει ξίφος και μπαλτά κι απ’ το παλάτι βγαίνει.

ΜΗΔΕΙΑ
(Βγαίνει με αίματα στα ρούχα και στα χέρια κρατώντας
λήκυθο).
Στην τεφροδόχη που κρατώ, έχω κομμάτια κρέας
χέρια και πόδια των παιδιών και στήθη καλογραίας.
Επίσης βρίσκονται εδώ εν πλήρει διαλύσει
τα γαλανά τα μάτια της που τώρα έχουν κλείσει.
Το λάθος του Ιάσονα κι η απιστία εκείνου
θυμίζει επάνω ελαφρώς πλατείαν του Πεκίνου
που οι αρχές κατέπνιξαν Κινέζους φωνασκούντας
κι εξαγερθέντας φοιτητάς κι άλλους αντιφρονούντας.

ΜΗΔΕΙΑ
Δεν έχω τύψεις. Τα παιδιά έπρεπε να σφαγούνε
και λόγον που πηδάγανε
και που δεν μελετάγανε
και επιπλέον δέχονταν κι άνδρες να τα πηδούνε.
Εγώ μια ξένη, βάρβαρη, γυναίκα ντροπιασμένη
κι από μεγάλο έρωτα για άντρα, παθιασμένη
εξόριστη και δυστυχής, κατέληξα στη λύση
κανένα απ’ τα δυο παιδιά στο μέλλον να μη ζήσει.
Στου πάθους την κορύφωση, με σταθερό το χέρι
στα σπλάχνα μου που λάτρεψα έστρεψα το μαχαίρι.
Κι αν έγινα και φόνισσα
κακούργα δολοφόνισσα
κι εγκλήματα αν έκανα σφάζοντας τα παιδιά μου
παράλληλα βοήθησε και σε χαρά με βύθισε
σαν είδα πως με τη σφαγή, βρήκα τα λογικά μου.
Τώρα θα πάω τα αίματα των ρούχων μου να βγάλω
κι αμέσως γράμμα σύντομα θα γράψω ένα άλλο
και με τα ίδια χέρια μου θα το ταχυδρομήσω
γιατί στο Βόλο φόνισσα και μάνα δολοφόνισσα
δεν θα μπορώ να ζήσω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ως Ευριπίδης στη σκηνή, στην τελευταία πράξη
έβγαζα δράκους φτερωτούς να σέρνουνε τ’ αμάξι
κι η Μήδεια με μαστίγιο και μέσα σε καπνό
χανόταν καροτσέρισσα ψηλά στον ουρανό.
Στον ιδικό μου τον καιρό, οι δράκοι αφθονούσαν
στις λαϊκές τις αγορές φαίνεται τούς πουλούσαν
και εύκολα οι συγγραφείς έκαναν την δουλειά τους
με δράκους που ’βγαζαν φωτιές από τα στόματά τους.
Σε εποχές δεινόσαυρων και που σπανίζουν δράκοι
το νά ’βρεις δράκους φτερωτούς δύσκολο είν’ λιγάκι
Κι ας πούμε πως τους βρήκαμε στην τελευταία πράξη
δυο φτερωτούς δεινόσαυρους να σέρνουνε τ’ αμάξι.
Κι αφόσον οι δεινόσαυροι δύσκολα περπατάνε
ακόμα δυσκολότερο θα ’τανε να πετάνε.
Γι’ αυτό και προτιμήσαμε σαν καλυτέρα λύση
ένα τραγούδι χαρωπό εδώ να αντηχήσει
κι ο Ιάσων με τη Μήδεια να ψάλλουνε ντουέτο
ένα πολύ μελωδικό και τρυφερό σονέτο.

ΣΟΝΕΤΟ
Οι πιο κακοί οι μαθηταί ήταν αυτοί στην τάξη
γι’ αυτό κι η μάνα τους καλά έκανε να τα σφάξει.
Δεν έπαιρναν τα γράμματα πηγαίνοντας σχολεio
και το μυαλό τους είχανε στης μοναχής το αιδοίο.
Γι’ αυτό φροντίστε σεις παιδιά να ’στε καλοί στην τάξη
μην έρθει η μητέρα σας μια μέρα και σας σφάξει.
Στον έλεγχο η διαγωγή να ’ναι κοσμιωτάτη
και να μην έχετε το νου μονάχα στο κρεβάτι.
Οι μαθηταί εις το σχολειό οφείλουν να πηγαίνουν
κι όσοι πηδούν και τους πηδούν, είδατε τί παθαίνουν.
Φρoντίστε όσο είν’ καιρός τώρα να μελετάτε
κι έχετε όλο τον καιρό ύστερα να πηδάτε.
Έξω υπάρχουν άφθονες ωραιοτάτες νέες
δεν είναι απαραίτητο να είναι καλογραίες.

Μέντης Μποσταντζόγλου (Μποστ). 1994. Μήδεια. Αθήνα: Θεατρική Εταιρεία Στοά.