Εξώφυλλο

Νόστος:

Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία

Μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη

[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]

Ηλίας Λάγιος

Ο τελικός κύκλος

(αποσπάσματα)

Ι

[...]
Ελένη, Ελένη, απ’ της Σελήνης το ολοδρέπανο,
από του σέλαος την εκλαμπρότητα, απ’ το ελελεύ των πανταχόθεν,
καταστροφή παντός του συνήθους, Ελένη πικραγάπη, μοναγάπη μου,
την ιστορία της Ιστορίας θα ξαναπώ, με κόλπα της διαλέκτου μου.
Για τ’ όνομά της, φίλε, άντρες βαρβάτοι συμμαζώχτηκαν, φουσάτα θεριακά συνάχτηκαν με περισσή αποφασιστικότητα,
κι όχι απλώς πράξαν ανδρεία, μακαριστά και μεγαλόθυμα,
όχι απλώς που τόλμησαν ανδραγαθήματα και προστυχιές (μα, ευγενείς! να λέγεται),
παρά που αφήσαν αινιγματικά, γραφής σκιρτήματα.
Πού λες, σύντροφε κι έλλειψή μου, αν η Ελένη δεν υπήρχε,
η ολοδικιά μου, κόρη της Λήδας, αυτή που γνώρισα στην Ασκληπιού,
κιτρινισμένα χέρια των φιλόλογων, τις ραψωδίες της «Ιλιάδος» πώς θα ξεφυλλίζατε με άκρατο σεβασμό ανεπιφύλακτο,
πώς χέρια κοριτσίστικα, κρινάκια της Αγίας Παρασκευής, θα ορκιζόντουσαν
έστω, προσωρινά, για τον δικό μου νόστο, να με γαληνέψουνε,
πέρ’ από νέκυιες, γουρούνια, ασκούς αγέρηδων, μονόφθαλμους και τα λοιπά,
πώς θα ’ρχονταν πανέλενο κορμί να με γιατρέψει;
[...]

Αγαπημένε μου ίσκιε, περιττεύει να σου πω, το ποίημα αυτό
είναι για την δική μου Ελένη πεποιημένο,
για το δικό της πρόσωπο όσα μπορώ τραυλίζω.
Κυρά, για μια στιγμή τ’ αριστερό μου χέρι σ’ ακουμπά,
για τον ξανθόν ορείχαλκο που παίζει στα μαλλιά σου,
τα μάτια σου να με θωρούν
με την δορά του ζώου·
κι ευθύς ν’ αποξεχνιέμαι στο υπερούσιο.
Ξέρω πως είσαι η ζωγραφιά
Πέρα και πάνω απ’ το δικό μου βλέμμα — τότε λέω
(στ’ αληθινά) Ελένη των ποιημάτων δεν υπάρχει,
υπάρχει η φεγγόβολη, η υπεράνω αυτών, η μοναδική μου. Εκ νέου
με παροτρύνει ο φίλος, παιγνιδιάρης σαν παλαιά, και ξαναπιάνω το γράψιμο
οργισμένος του κερατά, γιατί κάποιοι αχρείοι, κάτι εξαμβλώματα,
Όμηροι και Ησίοδοι, Στησίχοροι νομίζω κι Ευριπίδηδες (οι καλύτεροί τους),
τολμήσαν τα καθίκια να μιλήσουν την δικιά μου Ελένη.
[...]

V

Ελένη είναι ο τρόπος, να περιπατείς στο άγριο δάσος
να μην φοβάσαι τον λύκο, τ’ αγκάθια να μην σε τρυπάνε
ν’ ακολουθείς στο τρέξιμο το πιο γοργό ζαρκάδι, να το προφτάνεις
να το κοιτάς κατάματα, στα μάτια της Ελένης

Ηλίας Λάγιος. 2002. Φεβρουάριος 2001. Αθήνα: Ερατώ.