Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)

Μέδουσα

Ω Μέδουσα! και η Νύχτα ολάγρυπνη χαμήλωνε αποπάνω μου και μου μαρμάρωνε τα ολάνοιχτα τα μάτια· ω Μέδουσα! 5 βρικόλακες περνούσανε σε μαυροφτέρουγα άτια.

Πικρότερη από τους βρικόλακες, ω Μέδουσα! ήρθες, σ’ έφερε απ’ την αγρύπνια μου σκληρότερο ένα βύθος· 10 παράδωκε σ’ εσέ η Νυχτιά τα πάντα μου, μάτια, βουλή, νου, στήθος.

Ήρθες! Ακόμα δε με ξέχασες; κάθε φορά που είν’ έτοιμο 15 κάποιου κακού να με σαρώσει αγριοκαίρι, ω Μέδουσα, σε βλέπω, αστραποσύγνεφο, βουβά μου λες: «Καρτέρει!»

Ω Μέδουσα! κι εσύ ήσουν άλλοτε 20 η γκαρδιακή και η άκακη… Από το μίσος άλλαξες κι έγινες τέρας; Δε χόρτασες; Του σκότους είμαι πάγωμα και γύμνια είμαι της μέρας.

25 Και μου ήρθες τώρα, σφιγγοπρόσωπη, σιμότερα· η φοβέρα σου ήτανε πιο σφιχτοδετή με το σκοτάδι. Ω Μέδουσα! την ποινή την υπέρτατη 30 μηνάς μου από τον Άδη;

Δε σε φοβάμαι, μείνε, Μέδουσα! Είμαι ο ληστής· υψώνει με προς μακαρίους παραδείσους θείο χέρι, υψώνει με· 35 του κάκου, αστραποσύγνεφο, βουβά μού λες: «Καρτέρει!»

Με καρτεράνε στα Ηλύσια· τόπον εκεί μού ετοίμασαν κάτου από θόλους με τ’ αμάραντ’ άνθια κλώνων 40 οι μάρτυρες των πόνων των αμίλητων και των πανώριων πόνων.

1901