Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Οἰδίπους ἐπὶ Κολωνῷ (1556-1578)

ΣΤΑΣΙΜΟΝ Δ΄


ΧΟ. εἰ θέμις ἐστί μοι τὰν ἀφανῆ θεὸν [στρ.]
καὶ σὲ λιταῖς σεβίζειν,
ἐννυχίων ἄναξ,
Αἰδωνεῦ Αἰδωνεῦ, λίσσομαι
1560 †μήτ᾽ ἐπίπονα μηδ᾽ ἐπὶ βαρυαχεῖ†
ξένον ἐξανύσαι
μόρῳ τὰν παγκευ-
θῆ κάτω νεκύων πλάκα
καὶ Στύγιον δόμον.
1565 πολλῶν γὰρ ἂν καὶ μάταν
πημάτων ἱκνουμένων
πάλιν σφε δαίμων δίκαιος αὔξοι.

ὦ χθόνιαι θεαί, σῶμά τ᾽ ἀνικάτου [αντ.]
θηρός, ὃν ἐν πύλαισι
1570 ταῖσι πολυξένοις
εὐνᾶσθαι κνυζεῖσθαί τ᾽ ἐξ ἄντρων
ἀδάματον φύλακα παρ᾽ Ἀίδᾳ
λόγος αἰὲν ἔχει·
τόν, ὦ Γᾶς παῖ καὶ
1575 Ταρτάρου, κατεύχομαι
ἐν καθαρῷ βῆναι
ὁρμωμένῳ νερτέρας
τῷ ξένῳ νεκρῶν πλάκας·
σέ τοι κικλήσκω τὸν αἰένυπνον.

ΣΤΑΣΙΜΟ ΤΕΤΑΡΤΟ


Αν είναι θεμιτό, στην άφαντη θεά
προσεύχομαι με σέβας· σ᾽ εσένα
της μαύρης νύχτας βασιλιά, ω Αιδωνέα,
1560Αιδωνέα. Παρακαλώ σας, δίχως άγριο πόνο
και αγωνία θανάσιμη, να φτάσει
ο ξένος κάτω στην κοιλάδα των νεκρών
όπου τα πάντα κρύβει μέσα της,
στα δώματα της Στύγας.
1565Γιατί, αφού τον βρήκαν άδικα
τα τόσα πάθη, είναι καιρός ένας θεός
πάλι να τον υψώσει.

Ω χθόνιες θεές, ω θηρίου σώμα
ανίκητο που, ο λόγος λέει, εκεί,
1570μπροστά στις πύλες τις πολύξενες ξαπλώνεις,
μέσα απ᾽ το άντρο σου γαβγίζοντας, κι είσαι
ο αδάμαστος του Άδη φύλακας.
Ω συ, της Γης ο γιος και του Ταρτάρου,
1575ολόψυχα εύχομαι ο ξένος
τον δρόμο του ανεμπόδιστος να πάρει
στον κάτω κόσμο
για τα ασφοδίλια των νεκρών.
Εσένα επικαλούμαι,
θεό του αιώνιου ύπνου.


ΤΕΤΑΡΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ


ΧΟΡ. Αν συχωριέται τη θεά την ανέφαντη
και σε να κράξω μ᾽ όλο το σέβας μου,
ω βασιλιά της αιώνιας της νύχτας
1560Αϊδωνέα, Αϊδωνέα,
παρακαλώ σας μη δώσετε ο ξένος μας νά ᾽ρθει
με βαρυστέναχτο θάνατο
στων νεκρών κάτω τη μαύρη κοιλάδα
και στο βασίλειο της Στύγας,
που όλοι χωνεύομε μέσα·
γιατί άφταιγά του τόσα τον βρήκαν κακά,
που θα ᾽πρεπε ο δίκιος Θεός
να τον ορθώσει ξανά.

Του Κάτω κόσμου θεές, κι ακίνητο Τέρας,
που, όπως ο λόγος κρατεί από πάντα,
μπρος στις πολύτριφτες πύλες
1570κι ενώ κοιμάσαι γρουλλίζεις
απ᾽ τ᾽ άντρα σου μέσα,
ακαταδάμαστος φύλακας του Άδη·
ω συ της Γης και του Τάρταρου γιε,
δώσε να βρει καθαρό από μπόδια
το δρόμο που ο ξένος ξεκινά
για των νεκρών τις υποχθόνιες κοιλάδες.
Εσένα κράζω, Θεέ
του ανεξύπνητου ύπνου.


ΤΕΤΑΡΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ


ΧΟΡ. Ανίσως και συγχωρεμένο μού είναι [στρ.]
την αθώρητη τη θεά με σέβας
να παρακαλώ κι εσέν᾽, Αϊδωνέα,
1560του κάτω κόσμου βασιλιά, Αϊδωνέα,
παρακαλώ μήτε με πόνο, μήτε
με θάνατο τυραγνισμέν᾽ ο ξένος
να φτάσει στων νεκρών τον τόπο, που όλα
τα κρύβει, και στα Στύγια τα παλάτια.
Γιατί πολλές κι αν σ᾽ ήβραν δυστυχίες
άδικα, δύνεται ο θεός ο δίκιος
να σε σηκώσει πάλι.

Ω σκοτεινές θεές κι άγριο θερίο, [αντ.]
που εμπρός στις πολυσύχναστες τις θύρες
1570κάθεσαι ξαπλωμένο και γαβγίζεις
απ᾽ τη σπηλιά σου κι είσαι, καθώς λένε,
φύλακας ανημέρευτος στον Άδη!
Τούτο, ω παιδί της Γης και του Ταρτάρου,
παρακαλώ να τραβηχτεί στην άκρη
για νά ᾽βρει λεύτερο το διάβα ο ξένος,
που στο βασίλειο των νεκρών πηγαίνει.
Εσέ, που τον αιώνιο ύπνο φέρνεις,
παρακαλώ για τούτα.