Γραφικό

Πυξίς

Ψηφιακή Αρχαιοθήκη

Επιμ. Τριανταφυλλιά Γιάννου

«Το παράπονο του μαρμάρου»

Το κείμενο, γραμμένο σε δημοτική, περιγράφει το παράπονο ενός αγάλματος αρχαίου εφήβου, που εκτίθεται με κομμένα πόδια και χέρια ξαπλωμένο πάνω σε ξύλινο στήριγμα, σε κάποιο μουσείο. Το άγαλμα ζωντανεύει και το βλέμμα του καρφώνεται στις ανοιχτές πληγές του. Τότε, ένα σύννεφο λύπης σκεπάζει το πρόσωπό του, που μοιάζει δακρυσμένο. Σύμφωνα με τη Γεωργία Γκότση (2012: 68-70), «το διπλό αυτό αφήγημα οργανώνεται με βάση την αντίθεση ανάμεσα στην ακρωτηριασμένη υλική φύση και τη μουσειακή συσσώρευση του αγάλματος, από τη μια μεριά, και στην ψυχική κίνηση και τη μοναδικότητα που του αποδίδει η αισθητική εμπειρία του παρατηρητή του, από την άλλη […]. Αντιστεκόμενος στη μουσειακή ταφή, ο λογοτεχνικός λόγος επιδιώκει να καταστήσει τον αρχαίο νέο έμψυχο, νατουραλιστικά σάρκινο, σε σημείο να προκαλεί, πέρα από την ηδονική ματιά, την άμεση απτική επαφή ή και την (ομο)ερωτική επιθυμία».
Το ίδιο κείμενο έχει γραφεί από τον Μιχαήλ Μητσάκη και σε άλλη γλωσσική εκδοχή, αυτήν της καθαρεύουσας, με τον τίτλο «Η θλίψις του μαρμάρου», που δημοσιεύτηκε στα 1890 στο Αττικόν Μουσείον. Τα δύο κείμενα εκδόθηκαν μαζί σε ξεχωριστό φυλλάδιο υπό τον τίτλο «Το γλωσσικόν ζήτημα εν Ελλάδι· Μια φιλολογική σελίς εις δυο γλώσσας» το 1892 και αποτελούν τη συμβολή του Μ. Μητσάκη στο γλωσσικό ζήτημα, που είχε αναδειχθεί σε μείζον θέμα εκείνη την εποχή. Εισαγωγικά, ο Μ. Μητσάκης υποστηρίζει ότι ακραία λύση του γλωσσικού ζητήματος δεν υπάρχει, εκφράζοντας την αποστροφή του προς κάθε είδους περιορισμό και την εναντίωσή του σε κάθε ρυθμιστική παρέμβαση στη φυσική εξέλιξη της εθνικής γλώσσας.

Στοιχεία Έκδοσης:

  • Μητσάκης, Μιχαήλ. 1956. Το έργο του. Εισαγωγή-σχόλια-επιμέλεια: Μιχ. Περάνθης. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον «Εστίας». Βλ. το ίδιο κείμενο σε καθαρεύουσα και με τίτλο «Η θλίψις του μαρμάρου» στο Φωτόδεντρο.

Βιβλιογραφία-Δικτυογραφία: